- πράσο
- por (m) rzecz.
Ελληνικά-Πολωνικά λεξικό.
Ελληνικά-Πολωνικά λεξικό.
πράσο — το / πράσον, ΝΑ βοτ. κοινή σήμερα ονομασία τού, κατά τη σύγχρονη επιστημονική ταξινόμηση, διετούς ποώδους φυτού Αllium porrum, που ανήκει στην οικογένεια λιλιίδες και χρησιμοποιείται στη μαγειρική και τού οποίου ο χυμός είναι διουρητικός ενώ το… … Dictionary of Greek
πράσο — το λαχανικό της οικογένειας Λιλιίδες, συγγενικό με το κρεμμύδι … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
άλλιο — (allium). Γένος ποωδών φυτών της οικογένειας των λιλιιδών. Αριθμεί 270 είδη, ιθαγενή του βορείου ημισφαιρίου. Από αυτά 40 απαντώνται στην ελληνική χλωρίδα. Πολλά από τα είδη του α. καλλιεργούνται ως αρτυματικά ή λαχανικά (π.χ. σκόρδο, κρεμμύδι,… … Dictionary of Greek
πρασοκέφαλον — τὸ, Α πράσο με βολβό, πράσο κεφαλωτό. [ΕΤΥΜΟΛ. < πράσον + κεφαλή] … Dictionary of Greek
Praso (Echinades) — Praso (Greek: Πράσο) is an islet east of Ithaca, one of the Ionian Islands in Greece … Wikipedia
Agathonisi — Gemeinde Agathonisi Δήμος Αγαθονησίου (Αγαθονήσι) … Deutsch Wikipedia
Drakoneres — Lage der einzelnen Inseln Nördliche Echinaden (Drakoneres) und der Hafen von Astakos aus einem Flugzeug ges … Deutsch Wikipedia
Echinaden (Inselgruppe) — Lage der einzelnen Inseln … Deutsch Wikipedia
Echinades — Lage der einzelnen Inseln Nördliche Echinaden (Drakoneres) und der Hafen von Astakos aus einem Flugzeug ges … Deutsch Wikipedia
Ouniades — Lage der einzelnen Inseln Nördliche Echinaden (Drakoneres) und der Hafen von Astakos aus einem Flugzeug ges … Deutsch Wikipedia
Islas Equínadas — (αἱ Ἐχινάδες νῆσοι) Localización geográfica / administrativa Océan … Wikipedia Español